Η ΕΚΔΕΦ σε όλα τα χρόνια της ύπαρξης και λειτουργίας
της επιδίωξε με τις περιορισμένες δυνάμεις της να κατακτήσει τη σημαντική και
πολύτιμη ικανότητα να αντιδρά με τρόπο λεπταίσθητο και έντονο, συνδυάζοντας
φρόνηση και δυναμισμό, στις όποιες, μικρότερης ή μεγαλύτερης κλίμακας,
εξελίξεις και αλλαγές που επηρέαζαν την τύχη της Φιλοσοφίας ως τομέα του
πνεύματος, αλλά και ως αντικειμένου διδασκαλίας, στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτισμικής
κληρονομιάς όπου αυτή εντάσσεται, αφ’ ενός, αλλά και με έμφαση στα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά και τη μοναδικότητά της, αφ’ ετέρου. Αυτήν ακριβώς την ικανότητα
θα εξακολουθήσουμε να εκδηλώνουμε με όποιον τρόπο κριθεί απαραίτητος στις
περιόδους και τις εποχές που έρχονται, όχι μόνον επειδή έτσι θα τιμήσουμε
έμπρακτα τις παρακαταθήκες των διατελεσάντων ηγετών μας, αλλά και επειδή θα
φανούμε συνεπείς με την ίδια την αποστολή και τα οράματά μας. Η προάσπιση, η
διατήρηση, αλλά και η ενίσχυση της Φιλοσοφίας στο ελληνικό εκπαιδευτικό
σύστημα, στη Δευτεροβάθμια αλλά και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αποτελεί όρο
διατήρησης και αναβάθμισης μιας ορισμένης ποιότητας πνευματικού βίου, την
οποία, σε κάθε περίπτωση και δίχως δόση υπερβολής, την έχουμε ανάγκη και μας
αξίζει.
Ζούμε στη χώρα στην οποία «παράγουμε περισσότερες
εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις από όσες μπορούμε να καταναλώσουμε»· κάθε κυβερνών
κόμμα και κάθε Υπουργός Παιδείας συνηθίζουν να επιδίδονται σε αλλαγές επί
αλλαγών, με έμφαση στο σύστημα εισαγωγής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Από
αυτήν την τάση δεν απέκλινε ούτε η κυβέρνηση που ολοκληρώνει τη θητεία της στις
7 Ιουλίου και πιθανόν να μην αποκλίνει ούτε η επόμενη. Διαφορετικές
προτεραιότητες και αξίες μπορούν να παίζουν καθοριστικό ρόλο κάθε φορά,
διαφορετικές επιλογές μπορούν να είναι εξ ίσου σεβαστές και αποδεκτές, καλό θα
ήταν, όμως, να εκπληρώνουν, ή έστω να υπηρετούν αποτελεσματικά, τους στόχους
για τους οποίους δρομολογούνται. Η Ένωσή μας είναι εκ των πρώτων που
αναγνωρίζει ότι τα σχετικά ζητήματα είναι σύνθετα κι ευαίσθητα και δεν
προφέρονται για εύκολες συνθηματολογίες και κακοσχεδιασμένες πρακτικές.
Θεωρούμε, μάλιστα, από θέση αρχής ότι η επιδίωξη και υλοποίηση συναινετικών
λύσεων που θα προϋποθέτουν μεν, αλλά και θα υπερβαίνουν παραταξιακές διαφορές,
είναι ευχής έργο και όραμα συνώνυμο μιας γνήσιας πνευματικής και πολιτικής
προόδου και πολύ θα θέλαμε να το δούμε να παίρνει σάρκα και οστά (και) στη χώρα
μας.
Εκκινώντας από αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, στην
παρούσα φάση θα περιοριστούμε να δηλώσουμε ότι παρακολουθούμε εκ του σύνεγγυς
τις μέχρι τούδε και τις επερχόμενες εξελίξεις και επιφυλασσόμαστε να προβούμε
σε κινήσεις μελετημένες που πραγματικά θα συμβάλουν στην επίτευξη και την
προώθηση αλλαγών επί τα βελτίω.
Τα τελευταία χρόνια ζήσαμε για πολλοστή φορά τη
μεγαλεπήβολη «κατάργηση» των Πανελλαδικών Εξετάσεων που κατέληξε στη διατήρησή
τους με τροποποιήσεις σε διαδικαστικά ζητήματα, δίχως επαρκή και πειστική
αιτιολόγηση. Ιδίως σε ό,τι αφορά τη Φιλοσοφία, θα θεωρήσουμε θετική τη διεύρυνση
του φάσματος των διδασκόμενων και εξεταζόμενων κειμένων στον «Φιλοσοφικό Λόγο»
της Ανθρωπιστικής Κατεύθυνσης της Γ΄ Λυκείου και ελπίζουμε ότι οι εξαγγελθείσες
αλλαγές στον τρόπο εξέτασης θα λειτουργήσουν θετικά προς την κατεύθυνση της
περίφημης ενίσχυσης της κριτικής σκέψης των τελειοφοίτων μαθητών. Δεν μπορούμε,
όμως, από την άλλη να κρύψουμε την ανησυχία μας για το πνεύμα της «ευκολίας»
που φαίνεται να καταλαμβάνει τους ιθύνοντες νόες των εκπαιδευτικών μας
πραγμάτων. Σ’ αυτήν την κατηγορία αλλαγών βλέπουμε να εμπίπτουν η ολοσχερής
κατάργηση της Φιλοσοφίας από τα Εσπερινά Λύκεια, η οποία έρχεται να προστεθεί
στην απαλοιφή των «δύσκολων» ζητημάτων θεωρητικής φιλοσοφίας από τη διδασκόμενη
και εξεταζόμενη ύλη της Β΄ Λυκείου εν γένει. Αν, μάλιστα, συνδυάσουμε τις
εκπτώσεις αυτές στις απαιτήσεις και το περιεχόμενο του μαθήματος με τις
ισοπεδωτικές κινήσεις εις βάρος των Αρχαίων Ελληνικών, ήδη από τις μικρές
γυμνασιακές τάξεις, και των Λατινικών στην Γ΄ Λυκείου, την τάξη προετοιμασίας
για την πανεπιστημιακή μόρφωση, τότε θα προκύψει μια εικόνα πειραματισμών, από
τους οποίους φαίνεται να απουσιάζει η βασική προϋπόθεση κάθε γνήσιας και
ανθεκτικής μεταρρύθμισης, η ανθρωπιστική καλλιέργεια και ευαισθησία ως μέτρο
των πραγμάτων και οδηγός των πράξεων. Οι ανησυχίες για τη «φιλοσοφία» των
όποιων μεταρρυθμίσεων εντείνονται και από την πληροφόρησή μας για τα
τεκταινόμενα σε προοδευμένες χώρες της Ευρώπης, όπου κι εκεί φαίνεται να
πρυτανεύει η λογική της εδραίωσης του τεχνοκρατικού πνεύματος και της αγοραίας
αποτελεσματικότητας.
Ανεξαρτήτως της στελέχωσης των κυβερνητικών αξιωμάτων
στη χώρα μας, από την άλλη, το νέο ακαδημαϊκό έτος 2019-2020 θα ξεκινήσει μαζί
με την έναρξη της λειτουργίας Τμήματος Φιλοσοφίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην ιστορική πρωτεύουσα της παγκόσμιας φιλοσοφίας. Δεν
μπορούμε παρά να εκφράσουμε τον ενθουσιασμό μας για τούτην την εξέλιξη· δεν
παραλείπουμε, ωστόσο, να δηλώσουμε ότι θα παραμείνουμε σε επαγρύπνηση,
προκειμένου να συμβάλουμε στο μέτρο των δυνάμεών μας στην ολόπλευρα θετική
απόληξη της ικανοποίησης ενός ιστορικά υπερώριμου αιτήματος. Και για να μας
κατανοήσουν και οι πολιτικοί μας θα πούμε, εννοώντας όσα λέμε: η Φιλοσοφία μάς
χρειάζεται όλους. Ή ακόμη, παραφράζοντας τα λόγια που είχε πει κάποτε ένας
σπουδαίος πεπαιδευμένος πολιτικός άνδρας, ο Χαρίλαος Τρικούπης: η Φιλοσοφία
πέπρωται να ζήσει και θα ζήσει.
Γ. Ηλ.
(δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Φιλοσοφία και Παιδεία, τ. 79-80, Ιανουάριος-Ιούνιος 2019, σ. 26-27)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου